ΒΑΣΙΛΕΙΑ - ΕΘΝΑΡΧΙΑ

Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β ΄ ΑΔΙΚΑ ΕΧΑΣΕ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ . ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΟΜΩΣ ΠΑΝΤΟΤΕ Ο ΗΓΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Ο ΕΘΝΑΡΧΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.Ο ΕΘΝΑΡΧΗΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.ΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΡΑΤΗ Η ΡΩΜΕΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.

KING CONSTANTINE ΙΙ EXTRACTED OF HIS THRONE UNFAIRLY . BUT ALWAYS REMAIN THE NATIONAL LEADER. THE NATIONAL ROLE OF THE KING IS INDEPENDENT FROM THE HEAD OF THE STATE. KING IS ALWAYS THE FATHER OF THE NATION. WITH MONARCHY BECOME VISIONABLE THE ROMAN FOLLOWING OF THE GREEK NATION.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΘΥΡΕΟΣ

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ   ΘΥΡΕΟΣ
ΙΣΧΥΣ ΜΟΥ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΗΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ ΟΘΩΝΑ

 
Ο εορτασμός της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 γίνεται στην Ελλάδα, την Κύπρο και σε όλο τον κόσμο από τους Έλληνες της διασποράς στις 25 Μαρτίου κάθε χρόνο, την ημέρα εορτασμού και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Η ημέρα αυτή είναι επίσημη αργία στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Συνήθως οι εκδηλώσεις εορτασμού περιλαμβάνουν παρελάσεις και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις την ίδια ημέρα ή την προηγούμενη.

Οι μεγαλύτερες εκδηλώσεις είναι η στρατιωτική παρέλαση στην Αθήνα την 25η Μαρτίου και στη Θεσσαλονίκη αντίστοιχα, ενώ την προηγούμενη, στις 24 Μαρτίου, πραγματοποιείται μαθητική εορτή στα σχολεία της χώρας. Σε άλλους Δήμους, γίνονται παρελάσεις στρατιωτικών τμημάτων, μαθητών, συλλόγων κλπ. καθώς και δοξολογίες σε ναούς.

Ο εορτασμός σε αυτή την ημέρα καθιερώθηκε το 1838 με το Βασιλικό Διάταγμα 980 / 15(27)-3-1838 από την Κυβέρνηση του Όθωνα.

Ιστορικό

Η 25η Μαρτίου, ημέρα του Ευαγγελισμού, είχε οριστεί ως ημέρα έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης, κατά του Τουρκικού ζυγού, από τον αρχηγό της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρο Υψηλάντη «ως ευαγγελιζομένη την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους». Η ημερομηνία αυτή θεωρήθηκε ως σημείο αναφοράς από τις πρώτες ήδη ημέρες της Επανάστασης, και μάλιστα ως έναρξη ειδικής χρονολόγησης, ακόμα και σε περιοχές που είχαν επαναστατήσει νωρίτερα. Τουλάχιστον από το 1823 εθεωρείτο στην Πελοπόννησο ως ημέρα έναρξης της επανάστασης.

Το 1822, η προσωρινή κυβέρνηση που είχε έδρα την Κόρινθο, αποφάσισε να εορταστεί η επέτειος της Επανάστασης μαζί με το Πάσχα (2 Απριλίου, παλ. ημ.). Ο εορτασμός έγινε στην Κόρινθο με στρατιωτική πομπή, πανηγυρική δοξολογία και κανονιοβολισμούς, όπως περιγράφει ο Γερμανός εθελοντής Striebeck που την παρακολούθησε.[7]

Κατά τον συγγραφέα Δ. Φωτιάδη και άλλους, ως εθνική γιορτή πριν το 1838 θεωρούνταν η 1η Ιανουαρίου, ημερομηνία κατά την οποία ψηφίστηκε από την 1η Εθνοσυνέλευση της Πιάδας (Νεας Επιδαύρου) το 1ο Ελληνικό «Σύνταγμα», ήτοι «Προσωρινό Πολίτευμα». Πιστεύεται λοιπόν πως με την αλλαγή της ημερομηνίας «η εθνική γιορτή έχανε τον πολιτικό και επαναστατικό χαρακτήρα και έπαιρνε θρησκευτική απόχρωση» με ό,τι συνεπαγόταν κάτι τέτοιο για τις διεκδικήσεις περί δημοκρατικότητας και συντάγματος. Η ιστορικός Χρ. Κουλούρη που ερεύνησε τους εορτασμούς τύπου εθνικής εορτής από το 1834 και μετά, δεν περιλαμβάνει σ' αυτές την 1η Ιανουαρίου αλλά έξι ημερομηνίες σχετιζόμενες με τη βασιλική οικογένεια. Κυριότερη εορτή πριν την καθιέρωση της 25 Μαρτίου ήταν η 25 Ιανουαρίου, επέτειος της αποβίβασης του Βασιλεα Όθωνα στο Ναύπλιο (1833).

Ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας που οργάνωσε την Επανάσταση, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, άρχισε τις επιχειρήσεις και την έναρξή της στο Ιάσιο την 24 Φεβρουαρίου 1821. Εν τούτοις, τα εκεί συμβάντα χαρακτηρίστηκαν από την κοινή συνείδηση και καθιερώθηκαν από την ιστορία ως κάτι μεμονωμένο, κάτι σαν πρόλογος της Επανάστασης. Η πλήρης αποτυχία του κινήματος σε μια μη ελληνική χώρα, ίσως και η απογοήτευση των Ελλήνων για την πλάνη περί της υποστήριξης από τη Ρωσία που είχε διαδώσει η Φ. Εταιρεία, υπήρξαν τα κύρια αίτια του διαχωρισμού των συμβάντων της Μολδοβλαχίας από τα επαναστατικά γεγονότα της Ελλάδας. Η Πολιτεία, επικύρωσε το επικρατούν εθνικό συναίσθημα καθιερώνοντας ως ημέρα εθνικού εορτασμού της Επανάστασης την 25η Μαρτίου.

Κατά ορισμένες απόψεις, ως ημερομηνία έναρξης της Επανάστασης θεωρείται και η 24 Φεβρουαρίου, οπότε άρχισε η επανάσταση Ελλήνων στη Βλαχία με την προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Έκτοτε και με άλλες επαναστατικές πράξεις που έλαβαν χώρα πολύ πριν την 25η Μαρτίου απλώνεται η επανάσταση στον ελλαδικό χώρο.

Στην Ελλάδα είχαν αρχίσει εχθροπραξίες πριν την 25 Μαρτίου, όπως μαρτυρείται και από τις ειδήσεις που διασώθηκαν στην «Αλληλογραφία του εν Πάτραις Ολλανδικού Προξενείου: 1821», δεδομένου ότι η ολλανδική κυβέρνηση δια του προξένου της στην Πάτρα ενημερώθηκε κατά την 23η Μαρτίου, ότι «από τινος χρόνου σοβούσα επικίνδυνος κατάστασις εξέσπασε και ότι οι Έλληνες ανέλαβον τα όπλα κατά του δυνάστου».

Η επίσημη διακήρυξη των επαναστατών προς τις ξένες κυβερνήσεις έγινε με προκήρυξη της «Μεσσηνιακής Γερουσίας» την 25 Μαρτίου 1821.

Η 25/3 λογίζεται ως αρχή της Επανάστασης σε δικαστικό έγγραφο της Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος του 1823, όπου το «Επαρχικόν Κριτήριον Τριπολιτζάς» (είδος δικαστικού οργάνου) αναφέρει ότι «η αποστασία ηκολούθησε εις τας 25 Μαρτίου».

Καθιέρωση

Πρώτος ο Παναγιώτης Σούτσος πρότεινε το 1834 την καθιέρωση εορτασμού της Ελληνικής Επανάστασης την 25η Μαρτίου, αναφέροντας ότι ήταν η μέρα γενίκευσης της επανάστασης στην Πελοπόννησο και αναγέννησης της Ελλάδας, σε υπόμνημα το οποίο ο Ιωάννης Κωλέττης υπέβαλε στον Όθωνα ως πρόταση σχεδίου νόμου.

 Ο ίδιος είχε γράψει ποίημα με τον τίτλο "Η 25 Μαρτίου ή τα γενέθλια της Ελλάδος", το οποίο υπάρχει σε συλλογή που εκδόθηκε το 1835.

 Το έγγραφο του Κωλέττη, τότε Υπ. Εσωτερικών, έχει ημερομηνία 22 Ιαν./2 Φεβρ. 1835 και προτείνει στον Βασιλέα τη θέσπιση εορτασμών με πανελλήνιους αγώνες παρόμοιους με αυτούς της αρχαίας Ελλάδας. Η εισήγησή του είναι σε γαλλική γλώσσα με γερμανική περίληψη. Αναφέρει ότι ο «περίφημος Γερμανός» (celebre Germanos) κήρυξε την Επανάσταση στις 17 Μαρτίου 1821 στην Αγία Λαύρα, και ότι η επανάσταση γενικεύτηκε στην Πελοπόννησο την 25 Μαρτίου την οποία και θεωρεί ως εναρκτήρια ημερομηνία μιας νέας εποχής για την Ελλάδα. Λέει μάλιστα ότι υπήρχε προφητεία των μοναχών του Μεγάλου Σπηλαίου ότι σ' αυτή την ημερομηνία θα συνέβαινε αναγέννηση της Ελλάδος, και ότι οι Οθωμανοί της Πελοποννήσου το γνώριζαν και κάθε χρόνο αυτή την ημερομηνία έπαιρναν έκτακτα μέτρα ασφαλείας (Διαμαντής, σ. 314). Οι εορτασμοί που πρότεινε ο Κωλέττης περιλάμβαναν διαγωνισμούς στις τέχνες και τα γράμματα και σε διάφορα αγωνίσματα. Θα γίνονταν στην Τρίπολη, την Αθήνα, την Ύδρα και το Μεσολόγγι, εκ περιτροπής μέσα σε μία τετραετία, όπως στην αρχαιότητα οι Ολυμπιακοί, οι Πυθικοί κτλ.

Το 1836 τιμήθηκε η 25η Μαρτίου σε συνδυασμό με τα Καλάβρυτα και τον Π. Πατρών Γερμανό με χάλκινο μετάλλιο που κόπηκε με την ευκαιρία του γάμου του βασιλιά Όθωνα και της Αμαλίας. Σ' αυτό εικονίζεται η θρυλική σκηνή, με τον Γερμανό να κρατά υψωμένη σημαία και σταυρό και δύο ένοπλους αγωνιστές σε κίνηση ορκωμοσίας ή χαιρετισμού. Φέρει την επιγραφή «ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΥΨΩΣΩ ΑΥΤΟΝ - ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ 25 ΜΑΡΤ. 1821» (το απόφθεγμα είναι από την Έξοδο, ιε', 2). Η άλλη όψη του μεταλλίου εικονίζει τον Γερμανό.

Ο εορτασμός «εἰς τὸ διηνεκὲς» της Επανάστασης την 25η Μαρτίου καθιερώθηκε το 1838 με το Βασιλικό Διάταγμα 980 / 15(27)-3-1838  της Κυβέρνησης Όθωνος και συγκεκριμένα του Γεώργιου Γλαράκη, γραμματέα της Επικρατείας (υπουργού) επί των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών. Ο Γλαράκης ήταν ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ρωσικού κόμματος, των Ναπαίων, που εκείνη την περίοδο απολάμβανε την εύνοια του Όθωνα. Ο Όθωνας προσπαθούσε να ενισχύσει τη δημοτικότητά του προσεταιριζόμενος την απήχηση των εκφραστών της Ορθοδοξίας, και ενδεχομένως σε αυτό να οφείλεται η θρησκευτική χροιά του διατάγματος και η καθιέρωση της εορτής. Ωστόσο, κατά τον πρώτο εορτασμό της επετείου, το 1838, από τους ξένους πρέσβεις και προσωπικό πρεσβειών απουσίασαν από την εορτή μόνο αυτοί της Ρωσίας και της Αυστρίας με τους υπαλλήλους τους.

Ο πρώτος εορτασμός στην Αθήνα όπου συμμετείχαν ο Βασιλιάς Όθων και η Βασίλισσα Αμαλία, πολιτικές και στρατιωτικές αρχές και πλήθος λαού, έγινε στον Ναό της Αγίας Ειρήνης.

Ο Μητροπολιτικός Ναός των Αθηνών θεμελιώθηκε την 25 Δεκ. 1842 και αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου για να τιμηθεί η 25 Μαρτίου 1821.

Το 1839, ο Αμβρόσιος Φραντζής αναφέρει ότι η 25η Μαρτίου ήταν ημέρα «ρητή και εμφυτευμένη εις τας καρδίας των Πελοποννησίων κτλ. ως ημέρα ενάρξεως της Ελληνικής επαναστάσεως».

Μετέπειτα

Μετά την επίσημη καθιέρωση του εορτασμού, και ιδίως το 1841, έγινε προσπάθεια οικειοποίησης της επετείου από την αντιπολιτευόμενη αντι-οθωνική μερίδα, με ιδιωτικούς εορτασμούς στους οποίους προβαλλόταν ιδιαίτερα η μορφή του Κοραή.

 Η εορτή συνέχισε να είναι αντικείμενο κομματικών και τοπικιστικών αντιπαραθέσεων: ιδιαίτερες αντιδράσεις προκάλεσε το 1846 και 1847 η απόφαση του πρωθυπουργού Κωλέττη για την πραγματοποίηση επίσημης τελετής στον τάφο του ρουμελιώτη οπλαρχηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη στο Φάληρο, καθώς θεωρήθηκε ότι οδηγούσε σε ταύτιση της Επανάστασης με ένα πρόσωπο.

Παρελάσεις

Έως το 1875 ο στρατός βρισκόταν παρατεταγμένος κατά μήκος της διαδρομής της βασιλικής πομπής από τα ανάκτορα προς την εκκλησία και αντίστροφα. Το 1875 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά παρέλαση του στρατού μπροστά από τα ανάκτορα, πρακτική τρέχουσα από τα μέσα του αιώνα σε δημόσιες γιορτές στη Γαλλία και τα γερμανικά κράτη. Την επόμενη χρονιά, αν και δεν πραγματοποιήθηκε στρατιωτική παρέλαση εξαιτίας βροχής, δίπλα στον στρατό παρατάχθηκε και μία πανεπιστημιακή φάλαγγα. Η πρωιμότερη αναφορά για μαθητική παρέλαση εντοπίζεται το 1899.Τα σχολεία είχαν παραταχθεί και κατά τον εοαρτασμό της 25ης Μαρτίου του 1924, όταν ανακηρύχθηκε η Δημοκρατία. Τα επόμενα χρόνια την παρέλαση του στρατού πλαισίωναν και πρόσκοποι και μαθητές στρατιωτικών σχολών. Το 1932 τα σχολεία της Αθήνας παρήλασαν μπροστά από επισήμους στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη μαζί με τους προσκόπους, τη «φρουρά της πόλης» και τις «εθνικιστικές οργανώσεις». Από το 1936 η μαθητική παρέλαση, που έγινε μπροστά από τον βασιλιά Γεώργιο και τον πρωθυπουργό Μεταξά, έλαβε επίσημο χαρακτήρα. Την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά οι παρελάσεις μαθητών και φαλαγγιτών (μελών της ΕΟΝ) προσέλαβαν μεγάλη σημασία και συνδέθηκαν με τη στρατιωτική παρέλαση. Η πρακτική των μαθητικών παρελάσεων εξακολούθησε κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο και έπειτα έως και μετά τη μεταπολίτευση. Σε διάφορες επαρχιακές πόλεις συμμετέχουν και τοπικές ανώτερες και ανώτατες σχολές, όπως π.χ. στην Κέρκυρα και την Πάτρα. Παλαιότερα (μέχρι δεκαετία 1980) συμμετείχαν τα πανεπιστήμια και στην παρέλαση της Αθήνας.

Στα ελληνικά σχολεία, όλων των βαθμίδων, είθισται να γίνεται μια γιορτή την τελευταία εργάσιμη ημέρα πριν την 25η Μαρτίου η οποία περιλαμβάνει χορούς, δρώμενα και ιστορικό υλικό. Αυτές οι γιορτές μεσοσταθμικά διαρκούν γύρω στις 2 ώρες και την ημέρα δεν διεξάγονται μαθήματα. Μετά γίνεται η κατάθεση στεφάνου από αντιπροσωπεία μαθητών.
Συνήθως οι προετοιμασίες για τις σχολικές εορτές, αλλά και για τις παρελάσεις των μαθητών ξεκινούν μια με δύο εβδομάδες πριν, ενώ οι πρόβες των παρελάσεων συνοδεύονται από την παρουσία τυμπάνων που παίζουν μαθητές. Σύμφωνα με υπουργική απόφαση του 2019, η παρακολούθηση των προβών κρίνεται υποχρεωτική για τους μαθητές και γίνονται υπό την επίβλεψη του καθηγητή γυμναστικής.
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%BF%CF%81%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82_%CE%95%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7%CF%82_%CF%84%CE%BF%CF%85_1821

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2024

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ.

 

Τὴν δεὐτερη ἡμέρα τῆς ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΙΣΒΟΛΗΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ,  τὴν  21η Ἰουλίου 1974, οἱ Τοῦρκοι ἀφοῦ εἶχαν ἑδραιώσει  τὸ προγεφύρωμα τους στὸ Πεντεμίλι,   ἑτοίμαζαν τὸ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΜΑ ΕΙΣΒΟΛΗΣ ποὺ θὰ ἔκρινε τὸν ἀγῶνα , μὲ τὴν μεταφορὰ   ΑΡΜΑΤΩΝ ΜΑΧΗΣ Μ‒47 καί Μ-48.
 Τὴν ἴδια ὠρα  στὴν Ἀθήνα Ο  "ΑΟΡΑΤΟΣ ΔΙΚΤΑΤΩΡ" ΔΗΜ. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕ ΤΗΝ ΚΗΡΥΞΗ ΠΟΛΕΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΜΕ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ.
 Στὴν σύσκεψη ὅμως τῶν  Ἀρχηγῶν τῶν Ἐπιτελῶν  
(στὶς 10πμ τῆς 21ης Ἰουλίου στὸ γραφεῖο τοῦ ΑΕΔ) Η ΗΓΕΣΙΑ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΑΡΝΗΘΗΚΕ  ΝΑ ΥΠΑΚΟΥΣΕΙ ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ἐπικαλούμενη διάφορες δικαιολογίες, ἄλλες πραγματικὲς (πχ τὰ πιὸ πολλὰ ἅρματα βρίσκονταν στὴν Ἀττική) κι ἄλλες πλασματικές (πχ ὁ Α/ΓΕΝ  ΑΡΑΠΑΚΗΣ ὑποστήριξε ὅτι τὸ Ναυτικὸ δὲν μποροῦσε νὰ "καλύψει" ΚΑΙ τὴν Κύπρο ΚΑΙ τὸ Αἰγαῖο, ἐνῶ ὁ Α/ΓΕΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ μιλοῦσε γιὰ συγκεντρώσεις βουλγαρικῶν δυνάμεων στὰ βόρεια σύνορά μας..). 
 Ἡ ἄρνηση αύτὴ ὀφειλόταν στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἠγεσία τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων   ΦΟΒΗΘΗΚΕ ΤΟΥΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥΣ (ὐφ. ἐξωτ.ΣΙΣΚΟ καὶ πρεσβ.ΤΑΣΚΑ) ποὺ  ἀπείλησε  ὅτι ΑΝ ΚΗΡΥΞΟΥΝ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ (διαλύοντας τὴν ΝΑ πτέρυγα τοῦ τότε  ΝΑΤΟ...) θὰ εὕρισκαν ἀπἐναντι τους τὶς ΗΠΑ.
(Παρέκβαση: ΤΟ 1974 ΗΤΑΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΛΙΓΕΣ ΦΟΡΕΣ ΠΟΥ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕ  ΥΠΕΡΟΠΛΙΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΔΙΟΤΙ ΠΕΡΑΝ ΤΩΝ ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΥΠΟΒΡΥΧΙΩΝ ΤΥΠΟΥ 209 ΠΟΥ ΔΙΕΘΕΤΕ, ΕΙΧΕ ΣΤΗΝ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΗΣ  ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΓΑΛΛΙΚΑ ΑΡΜΑΤΑ ΑΜΧ—30 ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΤΑ ΥΠΕΡΣΥΓΧΡΟΝΑ ΑΕΡΟΣΚΑΦΗ ΦΑΝΤΟΜ F-4.)
 Ἔτσι λοιπὸν ἐνῶ ὁ "ἀόρατος δικτάτωρ" Ταξ/χος  ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ εἶχε ἀποφασίσει ΠΟΛΕΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ,ἡ ἡγεσία τῶν ΕΔ  ἀποφάσισε  ΚΡΥΦΙΩΣ τὸ μεσημέρι τῆς 21ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1974 ΝΑ ΡΙΞΕΙ  ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΚΑΙ ΝΑ ΦΕΡΕΙ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ (οἱ πιὸ πολλοὶ πρότειναν τὸν ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟ, τὸν  πρωθυπουργὸ ποὺ εἶχε ρίξει τὸ Πραξικὸπημα τοῦ 1967, ὅμως ὁ ΑΡΑΠΑΚΗΣ καὶ οἱ ὑπαρχηγοὶ τοῦ Ἰωαννίδη—ΕΝ ΑΓΝΟΙᾼ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ....—προτιμοῦσαν τὸν ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ, ὅπερ καὶ ἐγένετο)

  Ἐν τῷ μεταξὺ τὰ χαράματα τῆς 21ης πρὸς 22ας Ἰουλίου  ὁ ΚΙΣΣΙΝΓΚΕΡ (ὑπ.ἐξ. τῶν ΗΠΑ) ἐπικοινώνησε μὲ τὸν Α/ΓΕΝ ΑΡΑΠΑΚΗ (τὸ μόνο ποὺ βρῆκε στὸ τηλέφωνο ἐπειδὴ εἶχε συμφωνηθεῖ νά τηρηθεῖ ΣΙΓΗ ΑΣΥΡΜΑΤΟΥ  ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση  ἐν ὄψει τῆς κήρυξης Πολέμου πρὸς τὴν Τουρκία..) ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑΠΑΥΣΗ ΠΥΡΟΣ . 
Τότε ὁ Ἀραπάκης ἐνημἐρωσε τὸν Κίσσινγκερ γιὰ τὴν ΜΥΣΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ  μὲ τοὺς Ἀρχηγοὺς τῶν Ἐπιτελείων  γιὰ  ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ (καὶ ὁ Κίσσινγκερ τὸ ἀνακοίνωσε αὐτὸ  στὰ διεθνῆ πρακτορεῖα Ειδήσεων...)

 Τὴν ἑπόμενη,  ὁ ΑΝΥΠΟΨΙΑΣΤΟΣ γιὰ τὶς κινήσεις τῶν Ἀρχηγῶν  ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ  ἐν ὄψει τῆς ἐπερχόμενης ἐκεχειρίας(4μμ)  καὶ γιὰ νὰ προλάβει τὸ τελευταῖο ΤΟΥΡΚΙΚΟ  ἀποβατικὸ κῦμα μὲ τὰ ΑΡΜΑΤΑ ΜΑΧΗΣ , ἔδωσε ἐντολὴ στὶς 11πμ τῆς 22ας ΙΟΥΛΙΟΥ 1974   ΝΑ ΑΠΟΓΕΙΩΘΟΥΝ ΑΕΡΟΣΚΑΦΗ PHANTOM ΝΑ ΧΤΥΠΗΣΟΥΝ ΤΟ ΑΠΟΒΑΤΙΚΟ ΚΥΜΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΠΟΥ ΘΑ ΕΦΕΡΝΕ ΤΑ ΑΡΜΑΤΑ τὰ ὁποῖα καὶ  θὰ ἔκριναν τὴν μάχη τῆς Κυρήνειας.

 Ὠστόσο, ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΔΟΘΗΚΕ Η ΕΝΤΟΛΗ  ΓΙΑ ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ ΤΩΝ PHANTOM ΚΑΙ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΤΑ ΔΙΑΤΑΓΗ ΜΠΟΝΑΝΟΥ ( καὶ καθ’ ὑπόδειξιν τῶν Ἀμερικανῶν ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΧΘΕΙ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΣΥΡΡΑΞΗ)
 Ἐδῶ χάθηκε ἡ μάχη τοῦ Ἀττίλα 1 :
ΑΝ ΕΙΧΑΝ ΣΤΑΛΕΙ ΤΟΤΕ ΤΑ ΦΑΝΤΟΜ
Η ΚΥΡΗΝΕΙΑ ΘΑ ΕΙΧΕ ΣΩΘΕΙ..
 κι ΕΔΩ ΕΓΚΕΙΤΑΙ  ΚΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΚΥΡΙΟΥΣ ΕΝΟΧΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΡΧΗΓΟΥΣ ΤΩΝ  ΕΠΙΤΕΛΕΙΩΝ ΜΠΟΝΑΝΟ,ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ,ΑΡΑΠΑΚΗ— δηλ. ὅλην τὴν ἠγεσία τῶν Ἐνὸπλων Δυνάμεων...

Τελικά Η ΚΥΡΗΝΕΙΑ ΕΠΕΣΕ ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΚΕΧΕΡΕΙΑ τὸ μεσημέρι τῆς 22ας ΙΟΥΛΙΟΥ 1974  καὶ τὴν ἑπομένη (23‒7‒1974)  οἱ  Ἀρχηγοὶ τοῦ Στρατεύματος  ΠΑΡΑΓΚΩΝΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ἔφεραν στὴν ἐξουσία  τὸν ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ ,μέ τὴν ὐπὀρρητη συμφωνία  ΝΑ ΜΗΝ ΔΩΣΟΥΝ ΠΟΤΕ ΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ. 
Γι αύτὸ καὶ ποτὲ ὁ Καραμανλῆς δὲν  παρέπεμψε σὲ Δίκη   ΤΟΥΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥΣ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ (δηλ. τὴν ΗΓΕΣΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΟΣ : ΓΚΙΖΙΚΗ—ΜΠΟΝΑΝΟ—ΓΑΛΑΤΣΑΝΟ—ΑΡΑΠΑΚΗ—ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ) ἐπειδὴ αὐτοὶ  ἦταν ποὺ  ΕΦΕΡΑΝ τὴν Μεταπολίτευση καὶ  τὸν ἴδιο ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ, φοβούμενοι τὸν  Πόλεμο μέ τὴν Τουρκία .

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ.

Δ. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

ΔΙΑΓΓΕΛΜΑ Κ.ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ






ΓΚΙΖΙΚΗΣ—ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ—ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ



https://diamantiskoutoulas.blogspot.com/2024/03/blog-post_44.html

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ

Γράφει ο Αντγος ε.α. Φωτιάδης   Ιωάννης, Πρώην Υπαρχηγός

Εθνικής Φρουράς Κύπρου.

Οι Έλληνες της Συρίας πρωτοεμφανίσθη-

καν τον 7ο π.χ.αιώνα. Το όνομα Συρία είναι

Ελληνικό από το Ασσυρία. Οι πρώτοι μετανα-

στεύσαντες Έλληνες στην Εγγύς Ανατολή

προήρχοντο από περιοχές θαλάσσιες.

Ιστορικά στοιχεία: Ελληνιστική εποχή

[326-30 π.χ.]. Η ιστορία τους παραδοσιακά ξε-

κινάει με την κατάκτηση της Περσικής Αυτο-

κρατορίας από τον Μέγα Αλέξανδρο. Μετά

τον θάνατό του η Αυτοκρατορία χωρίσθηκε σε

επί μέρους κράτη. Η περιοχή ετέθη υπό τον

έλεγχο του Σελεύκου Α ́ Νικάτορα, ιδρυτή της

Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών.Κέντρα πολι-

τιστικής επέκτασης του Ελληνισμού, υπήρξαν

οι Αντιόχεια, Λαοδίκαια,Αμάσεια, Σελεύκεια.

Η ανάμειξη των Ελληνόφωνων γέννησε μία

αττική διάλεκτο, γνωστή ως Ελληνιστική, γνω-

στή για όλο τον κόσμο. Η Αυτοκρατορία Σε-

λευκιδών διατήρησε την υπεροχή Ελληνικών

εθίμων. Είχε μεγάλο αριθμό φρουρίων, στρα-

τιωτικές αποικίες[=κατοικίες].

Ρωμαϊκή εποχή:Οανατολικός Ελληνισμός

ήκμασε υπό Ρωμαϊκή κυριαρχία στις περιο-

χές, Δεκάπολη,Αντιόχεια. Βρέθηκαν υπό κυ-

ριαρχία με προσάρτηση της Σελεύκειας από

τον Πομπηΐο. Το 135 μ.χ κατά εξέγερση Εβραί-

ων, βορράς-νότος συγχωνεύθηκαν στην Ρω-

μαϊκή Επαρχία Συρίας-Παλαιστίνης. Διατηρή-

θηκαν έως το 90 μ.χ..Οπληθυσμός τηςΠαλαι-

στίνης ήταν πολυθεϊστικός [Φοίνηκες, Εβραί-

οι, Έλληνες, αραβικές κοινωνίες].

Βυζαντινή Εποχή: Στον μεσαίωνα οι Βυ-

ζαντινοί Έλληνες αυτοπροσδιοριζόταν Ρωμαί-

οι ή Ρωμιοί, Γκραικοί. Μιλούσαν μεσαιωνικά

Ελληνικά. Αισθανόταν απόγονοι της Κλασσι-

κής Ελλάδας, κληρονόμοι των Ρωμαίων. Η

κυριαρχία στην Εγγύς Ανατολή, γνωστή ως

Επισκοπή Ανατολής, κατέστη από τις σημαντι-

κότερες εμπορικές, αγροτικές, θρησκευτικές,

πνευματικές περιοχές. Μεταξύ [609-628 μ.χ.]

περιήλθε στην κατοχή Σασανιδών [δυναστεία

Περσών]. Ανακαταλήφθηκε από τον Αυτοκρά-

τορα Ηράκλειτο. Με άλωση της Σελεύκειας

περιήλθε οριστικά στους Άραβες.

Οθωμανική περίοδος: Οι οπαδοί της Ελ-

ληνικής Ορθόδοξης-καθολικής εκκλησίας

θεωρούνταν μέρος του Ρωμαϊκού έθνους.

Κατά τον Γάλλο Ιστορικό-Εθνογράφο Αλέξαν-

δρο Σανβύ το 1878 ζούσαν εκεί 160.000 Έλ-

ληνες.

Ελληνική Ανεξαρτησία: Στην Οθωμανική

Αυτοκρατορία έγιναν διωγμοί Ελλήνων. Ο

αριθμός των θυμάτων δεν δύναται να εκτιμη-

θεί. Διωγμοί έγιναν σε Μ. Ασία, Πόντο, υπό-

λοιπη Ελλάδα,Νησιά. Ο αριθμός εκτιμάται πά-

νω από 2.000.000. Το 1923 και ανταλλαγή

πληθυσμών μετά την Μικρασιατική καταστρο-

φή. 17.000.εξαθλιωμένοι Έλληνες κατέφθα-

σαν στη Συρία για πρόσκαιρη ή μόνιμη εγκατά-

σταση.

Σήμερα: Υπάρχει παροικία 4.500 κατοί-

κων, οι περισσότεροι Συριακής υπηκοότητας.

Ζούν εις Χαλέπι[εμπορικό, οικονομικό κέν-

τρο], Ταρσούς, Δαμασκό. Υπάρχουν και 8.000

Ελληνόφωνοι Μουσουλμάνοι κριτικής κατα-

γωγής. Αντιμετωπίζουν φτώχεια πείνα. Μετά

12ετή πόλεμο στην περιοχή περιμένουν βοή-

θεια. Καταφύγιό έχουν την εκκλησία Αντιόχει-

ας.[Πατριάρχης Ιωάννης]. Οι Έλληνες εκεί

έχουν πολιτισμό 1.400 ετών.

Η Ελλάς ηγείται εκστρατείας στην Ευρω-

παϊκή Ένωση και αλλού προς προστασία του

εναπομείναντος προσωπικού, διαφύλαξη της

θρησκευτικής, πολιτιστικής κληρονομιάς,

αποκατάσταση μνημείων, επιστροφή κλαπέν-

των.

Ο Σέλευκος Α' Νικάτωρ (358 π.Χ. ή 353 π.Χ. – 281 π.Χ.) ήταν ένας από τους διαδόχους του Αλέξανδρου του Μεγάλου , ιδρυτής της δυναστείας των Σελευκιδών, που βασίλεψε στο Ασιατικό τμήμα της πρώην Περσικής Αυτοκρατορίας.Γεννηθηκε στον Ευρωπο της επαρχιας Παιονιας, του δημου Παιονιας του νομου Κιλκις.

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024

Η εκστρατεία της Καλλίπολης (1915): Δεν ήταν λάθος η μη συμμετοχή της Ελλάδας σ’ αυτή.

Ο Βενιζελος ηθελε αλλα οι Ρωσοι  δεν ηθελαν με τιποτε να παρουν μερος ελληνικες δυναμεις στην επιχειρηση. Οι Βουλγαροι περιμεναν να βγουν στον πολεμο με την ΑΝΤΑΝΤ οι Ελληνες για να πανε αυτοι με τους Τουρκους και τους Γερμανους ωστε να επιτεθουν στην Ελλαδα για να παρουν την Μακεδονια και την Θρακη. Οι αγγλοι εδιναν στον Βενιζελο αοριστες υποσχεσεις για εδαφη στην Μικρα Ασια με τον ορο να παραχωρηθουν στην Βουλγαρια η Δραμα, Καβαλα, Χρυσουπολη.Στο τελευταιο συμβουλιο του Στεμματος κανεις πολιτικος αρχηγος δεν υποστηριξε τις θεσεις του Βενιζελου. Οι συμμαχοι ειχαν διαθεσει 9 μεραρχιες(7 στηναρχη και μετα αλλες 2) ,οι τουρκοι ειχαν 6 μεραρχιες. Επρεπε οι συμμαχοι να επιτεθουν αρχικα με 3πλασια δυναμη για να εχουν νικηφορο αποτελεσμα.

Οι δραματικές διαβουλεύσεις μεταξύ Βασιλεως Κωνσταντίνου Βενιζέλου – για τη συμμετοχή ή όχι της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο – Η εκστρατεία των Δυνάμεων της Entente στην Καλλίπολη και η συντριπτική ήττα τους.
Στις 28 Ιουνίου 1914 δολοφονήθηκαν στο Σαράγεβο της Βοσνίας, επαρχία τότε της Αυστροουγγαρίας, ο αρχιδούκας διάδοχος της Αυστρίας Φερδινάρδος και η σύζυγός του Σοφία φον Τσότεκ από τον νεαρό Σερβοβόσνιο σπουδαστή Γκαβρίλο Πρίντσιπ, οπαδό της πανσλαβικής κίνησης, η οποία διευθυνόταν από υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της Σερβίας.

Αυτό το γεγονός αποτέλεσε την αφορμή για το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τη μία πλευρά, οι λεγόμενες Κεντρικές Δυνάμεις (Αυτοκρατορίες), με επικεφαλής τη Γερμανία, την Αυστροουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία και από την άλλη οι δυνάμεις της Entente (Αντάντ), της «Εγκάρδιας Συνεννόησης», με επικεφαλής τη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία και τη Ρωσία. Η σύγκρουση ξεκίνησε στις 28 Ιουλίου 1914, με την κήρυξη πολέμου από την Αυστροουγγαρία στη Σερβία, την οποία μάλιστα αποκαλούσε «χώρα δολοφόνων».



Η κατάσταση στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1914

Τον Ιούλιο του 1914, δεν είχε συμπληρωθεί καλά καλά ένα έτος από την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου (δείτε σχετικό μας άρθρο στις 16/5/2021), με την οποία η χώρα μας «μεγάλωσε» σε έκταση και πληθυσμό. Μοιραία, λόγω της γεωγραφικής του θέσης αλλά και της μόνιμης επέμβασης των Μεγάλων Δυνάμεων στα εσωτερικά της, βρέθηκε για πολλοστή φορά μπροστά στη λήψη σημαντικών αποφάσεων για το μέλλον της.

Πριν την κήρυξη του πολέμου από την Αυστροουγγαρία εναντίον της Σερβίας, η Ελλάδα είχε αποφασίσει να παραμείνει ουδέτερη και θα επενέβαινε μόνο σε περίπτωση βουλγαρικής επίθεσης εναντίον της. Ωστόσο η γενίκευση του πολέμου και η επέκτασή του στα Βαλκάνια, όπως αναφέραμε, επηρέασαν την ελληνική θέση.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπολόγιζε σε μια προσωρινή ουδετερότητα περιμένοντας νέες εξελίξεις ή αποβλέποντας στη δημιουργία των απαραίτητων προϋποθέσεων για την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο, στο πλευρό της Entente. Η ανάμειξη της Μ. Βρετανίας στον πόλεμο ενθάρρυνε τον Βενιζέλο στην άποψή του για σύμπραξη με την Entente.

Από την άλλη πλευρά, ο Βασιλιας  Κωνσταντίνος και το στρατιωτικό επιτελείο, πίστευαν ότι η Γερμανία και οι Κεντρικές Δυνάμεις θα κέρδιζαν τον πόλεμο, γι’ αυτό προέκριναν την τακτική της «διαρκούς ουδετερότητας». Η βασική αυτή διαφορά, έγινε για πρώτη φορά φανερή στο υπουργικό συμβούλιο της 24 Ιουλίου/6 Αυγούστου 1914. Ο Βενιζέλος ενοχλήθηκε ιδιαίτερα από τη στάση του Υπουργού Εξωτερικών Γεώργιου Στρέιτ, ο οποίος υπέβαλε την παραίτησή του, που δεν έγινε όμως αποδεκτή.

Στη συνέχεια, ο Κρητικός πολιτικός έκανε μια σειρά από προτάσεις προς τα μέλη της Entente για να συμμετάσχει η Ελλάδα στον πόλεμο, που όμως δεν βρήκαν ανταπόκριση. Η διαμάχη Βενιζέλου – Στρέιτ, οδήγησε τελικά σε οριστική παραίτηση του δεύτερου, τον Αύγουστο του 1914.

Οι πρώτες συζητήσεις για εκστρατεία στην Καλλίπολη

Οι Σύμμαχοι της Entente, θεωρούσαν τη Βουλγαρία πιο σημαντική απ’ ότι την Ελλάδα και επιδίωκαν να την προσεταιριστούν με αντάλλαγμα εδαφικές παραχωρήσεις σε βάρος της Ελλάδας και της Σερβίας. Ο Βενιζέλος απείλησε δύο φορές ότι θα παραιτηθεί. Το γεγονός αυτό θα σήμαινε τον σχηματισμό φιλογερμανικής κυβέρνησης στην Αθήνα, κάτι που οι δυνάμεις της Entente δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να συμβεί. Έτσι έσπευσαν να διαβεβαιώσουν την ελληνική κυβέρνηση ότι δεν θα ζητηθούν εδαφικές παραχωρήσεις.

Στα πολεμικά μέτωπα, οι Ρώσοι είχαν νικήσει τους Αυστριακούς στη Γαλλία, αλλά είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες από τους Γερμανούς. Κι αυτοί με την σειρά τους όμως, ηττήθηκαν από τους Γάλλους στη μάχη του Μάρνη, τον Αύγουστο του 1914. Στις 25 Αυγούστου διατυπώθηκε για πρώτη φορά η πρόταση από βρετανικής πλευράς, να αρχίσουν ελληνοβρετανικές συνομιλίες για μελλοντική δράση εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας στα Δαρδανέλια και την Καλλίπολη. Οι συζητήσεις αυτές δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, λόγω των παραχωρήσεων προς τη Βουλγαρία που ζητούσαν οι Σύμμαχοι.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΡΕΪΤ
Λίγες μέρες πριν στο μεταξύ, είχε συμβεί επεισόδιο με τα γερμανικά πλοία «Goeben» και «Breslan», τα οποία καταδιωκόμενα από ισχυρή ναυτική μοίρα των Αγγλογάλλων κατέφυγαν στα Δαρδανέλια. Νωρίτερα όμως είχαν ζητήσει να ανεφοδιαστούν στα νησιά του Αιγαίου. Ο Βενιζέλος τους έδωσε την άδεια και τα πλοία ανεφοδιάστηκαν στη Δονούσα των Κυκλάδων. Αφού έφτασαν στα Δαρδανέλια, κατέληξαν στην Κωνσταντινούπολη όπου μετονομάστηκαν σε «Yavuz Sultan Selim» και «Midilli». Εκεί, ο Γερμανός διοικητής τα διέταξε να επιτεθούν σε ρωσικές θέσεις στην Κριμαία, στις 16/19 Οκτωβρίου 1914 κάτι που έκαναν. Έτσι και η Οθωμανική Αυτοκρατορία μπήκε στον «Μεγάλο Πόλεμο», όπως ονομαζόταν έως και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Πρώτος.

Ο Βενιζέλος βλέποντας ότι οι προτάσεις του δεν γίνονται αποδεκτές, υπέβαλε την παραίτησή του στις 25 Αυγούστου/7 Σεπτεμβρίου 1914, ρίχνοντας ιδιαίτερο βάρος στην παθητική στάση απέναντι στην Τουρκία, η οποία είχε εκδιώξει 250.000 Έλληνες από τα εδάφη της. Ωστόσο, ο Βασιλιας Κωνσταντίνος δεν έκανε αποδεκτή την παραίτησή Βενιζέλου. Το φθινόπωρο του 1914, πέρασε με την Ελλάδα να ασχολείται με το ζήτημα της Βορείου Ηπείρου και τον Βενιζέλο να προσπαθεί να συνάψει συμφωνία με Σερβία και Ρουμανία εναντίον της Βουλγαρίας.

Οι Αγγλογάλλοι ήταν βέβαιοι ότι οι Νεότουρκοι δεν θα έμπαιναν στον πόλεμο στο πλευρό της Αυστροουγγαρίας. Μάλιστα το Παρίσι είχε δώσει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ένα υψηλό δάνειο 500.000.000 χρυσών φράγκων, λίγο καιρό νωρίτερα. Ο βομβαρδισμός όμως των ρωσικών θέσεων, όπως αναφέραμε παραπάνω, εξόργισε τον Τσάρο και λίγο αργότερα Γαλλία και Μεγάλη Βρετανία κήρυξαν τον πόλεμο στους Οθωμανούς.

Οι Ρώσοι πίστευαν ότι έπρεπε με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν τη σύμπραξη της Βουλγαρίας. Η Γαλλία πρόσφερε στη Βουλγαρία διευρυμένα σύνορα και μεγάλη οικονομική ενίσχυση. Όμως η Σόφια δεν δέχτηκε και ζητούσε, τουλάχιστον επαναφορά των συνόρων με τη Σερβία σε εκείνα του 1912. Αρχικά οι Αγγλογάλλοι ζήτησαν από τους Σέρβους να διαπραγματευτούν με τους Βούλγαρους, κάτι το οποίο αποτράπηκε με παρέμβαση του τσάρου Νικόλαου Β’. Έτσι, οι δυνάμεις της Entente στράφηκαν προς την Ελλάδα, παρά τις αντιρρήσεις του Βρετανού πρεσβευτή στην Αθήνα sir Francis Elliot. Τα σχέδια της Entente προκάλεσαν την οργή σύσσωμης της ελληνικής κοινής γνώμης και του Τύπου, ενώ ο διευθυντής πολιτικών υποθέσεων του γαλλικού ΥΠΕΞ Pierre de Margerie δήλωσε στον Έλληνα πρεσβευτή στο Παρίσι ότι η Βουλγαρία αποτελούσε τον άξονα των κρατών της Συνεννοήσεως στη Βαλκανική, δήλωση που προκάλεσε έντονη αντίδραση της Ελληνικής κυβέρνησης.

Στις 3/16 Νοεμβρίου 1914, οι Αυστριακοί εξαπέλυσαν μεγάλη επίθεση εναντίον της Σερβίας με επικεφαλής τον Στρατάρχη Όσκαρ Πότιορεκ. Η υπεροπλία των Αυστριακών ήταν συντριπτική. Οι Σέρβοι αναγκάστηκαν να εκκενώσουν το Βελιγράδι, ενώ ζήτησαν επειγόντως τη βοήθεια των δυνάμεων της Entente. Τότε το Λονδίνο και το Παρίσι στράφηκαν προς την Αθήνα, ζητώντας η Ελλάδα να συνδράμει τους Σέρβους.

ΤΣΟΡΤΣΙΛ 1915
Ο Βενιζέλος διέταξε να δοθούν στους Σέρβους 20.000 οβίδες, όχι όμως και την άμεση εμπλοκή της χώρας μας. Το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν η συμπεριφορά της Βουλγαρίας. Ο Βενιζέλος απευθύνθηκε στους Ρουμάνους, οι οποίοι του πρότειναν να δώσει η Ελλάδα στη Βουλγαρία εδάφη της Μακεδονίας, για να εξασφαλίσει τη συμμαχία της γειτονικής χώρας! Ο Βενιζέλος αρνήθηκε και επέμεινε στη γραμμή Αίνου – Μηδείας. Ο Ρουμάνος πρωθυπουργός Ion Bratianou από την άλλη πλευρά, αρνήθηκε τη συμμετοχή της χώρας του στον πόλεμο, ενώ οι Αυστριακοί απέτυχαν να καταλάβουν τη Σερβία μετά την ήττα τους στη μάχη του ποταμού Κολουμπάρα (3-9 Δεκεμβρίου 1914).

Ο Βενιζέλος ανέλαβε την πρωτοβουλία των κινήσεων ερχόμενος σε επαφή με τον Βρετανό πρεσβευτή Elliot, στον οποίο έθεσε μετ` επιτάσεως το ζήτημα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας οι οποίοι αντιμετώπιζαν τους διωγμούς των Οθωμανών. Σε διαβουλεύσεις που ακολούθησαν (Ιανουάριος 1915), οι Δυνάμεις της Entente, έδιναν μια σειρά από αόριστες υποσχέσεις στη χώρα μας για την παραχώρηση εκτάσεων στη Μ. Ασία μεταπολεμικά. Ο Βενιζέλος τασσόταν υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στο πόλεμο, έστω και με παραχώρηση της Καβάλας στη Βουλγαρία, η οποία μόλις το 1913 είχε ενσωματωθεί στην Ελλάδα. Οι Βούλγαροι θα έδιναν αποζημίωση στη χώρα μας. Οι κάτοικοι της Καβάλας θα μετανάστευαν στην Ελλάδα και θα γινόταν ανταλλαγή πληθυσμών με τη Βουλγαρία. Η χώρα μας θα αποκτούσε εδάφη στη Ανατολή και θα ήταν εφικτή η δημιουργία μιας βαλκανικής ομοσπονδίας. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει και ο Αλέξανδρος Μαζαράκης- Αινιάν. Οι επικριτές του Βενιζέλου, τόνιζαν ότι η έμμεση αυτή πρόταση Βενιζέλου προς τις δυνάμεις της Entente, ήταν αντίθετη με το Σύνταγμα του 1911, το οποίο όριζε ότι άφιξη ξένων στρατευμάτων στην ελληνική επικράτεια δεν μπορούσε να γίνει χωρίς την έγκριση του Βασιλιά και του Κοινοβουλίου.
Και όλα αυτά, ενώ το Βουκουρέστι επέμενε στην πολιτική της ουδετερότητας, ενώ η Σόφια ζητούσε άμεση κατάληψη εδαφών της Μακεδονίας από στρατεύματά της, προκαλώντας την οργή του Βενιζέλου.
Στο μεταξύ, μετά τις τουρκικές επιθέσεις εναντίον των Ρώσων στη Κριμαία, Ρωσία, Αγγλία και Γαλλία κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (31/10/1914). Οι Βρετανοί, είχαν πρόσφατα δημιουργήσει μεγάλη αγανάκτηση στην Τουρκία, καθώς δύο θωρηκτά κλάσης Dreaghought που ναυπηγούνταν στη Βρετανία για λογαριασμό της Τουρκίας και ήταν σχεδόν έτοιμα, επιτάχθηκαν από τους Βρετανούς και άλλαξαν ονόματα : το «Sultan Osman A’» έγινε «HMS Agincourt» ενώ το «Reshadie», ονομάστηκε «HMS Erin».

Οι Ρώσοι σε δύσκολη θέση - Η ανάγκη για εκστρατεία στα Στενά και την Κωνσταντινούπολη.

Η Ρωσία αντιμετώπιζε προβλήματα από τους Τούρκους στον Καύκασο ενώ είχε υποστεί μεγάλες φθορές στις μάχες του Tanneberg και των Μαντζουριανών λιμνών. Υπήρχαν έντονοι φόβοι ότι η Ρωσία σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης θα καταρρεύσει. Μετά από συζητήσεις των Αγγλογάλλων αποφασίστηκε η διεξαγωγή της ναυτικής επιχείρησης στην Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, τα οποία είχαν οχυρωθεί από τον Γερμανό διοικητή των Δαρδανελίων Weber πασά, χωρίς την άδεια τη Οθωμανών! Η ιδέα για την επιχείρηση αυτή, προέκυψε μετά από συνομιλίες του Βρετανού Υπουργού Στρατιωτικών λόρδο Kitchener και του πρώτου λόρδου του Βρετανικού Ναυαρχείου, του γνωστού μας, Ουίνστον Τσόρτσιλ. «Πατέρας» της ιδέας θεωρείται ο Τσόρτσιλ. Αρχικά το σχέδιο προέβλεπε ελληνική επίθεση στην Καλλίπολη, ενώ στα Δαρδανέλια θα δρούσε μια μοίρα παλαιών βρετανικών θωρηκτών. Οι Βρετανοί πίστευαν ότι εκτός από την Ελλάδα θα έμπαιναν στον πόλεμο η Ιταλία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Με την «απελευθέρωση» των Δαρδανελίων και της Θάλασσας του Μαρμαρά, θα ήταν εφικτή η παράδοση πολεμικού υλικού στους Ρώσους και η τροφοδοσία με σιτηρά των συμμάχων από τη Ρωσία, που τόσο πολύ είχαν ανάγκη.

Στην Αθήνα, ο Βενιζέλος συνεπαρμένος από το «όραμα της Ιωνίας» και την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης, τηλεγράφησε στον Πατριάρχη (13/26 Φεβρουαρίου 1915), ότι αν οι σύμμαχοι μπουν στην Κωνσταντινούπολη, τότε πολύ σύντομα η Βασιλεύουσα θα αποδιδόταν στην Ελλάδα «καθαγιαζομένη εκ νέου και μετά αιώνας εις την Ορθόδοξον πίστην ,την πίστην των κτητόρων και λατρευτών αυτής».

Στην Αθήνα άρχισαν πυρετώδεις διαβουλεύσεις. Ο Βενιζέλος θέλοντας να έχει την άποψη ολόκληρου του πολιτικού κόσμου αν και διέθετε κυβερνητική πλειοψηφία ζήτησε να συγκληθεί το Συμβούλιο του Στέμματος κάτι που έγινε στις 18 Φεβρουαρίου. Σ’ αυτό συμμετείχαν οι πρώην πρωθυπουργοί και αρχηγοί κοινοβουλευτικών κομμάτων: Γεώργιος Θεοτόκης, Στέφανος Δραγούμης, Δημήτριος Ράλλης και Κυριακούλης Μαυρομιχάλης. Από αυτούς, μόνο ο Θεοτόκης έδειχνε να αντιτίθεται στο σχέδιο του Βενιζέλου, που περιλάμβανε την αποστολή 35.000 –40.000 ανδρών στην Καλλίπολη. Σε περίπτωση Βουλγαρικής επίθεσης στην Ελλάδα πριν την εκστρατεία, ο Βενιζέλος είχε σχεδιάσει να στείλει η Ελλάδα στα Στενά μόνο ναυτικές δυνάμεις και ο στρατός να παραμείνει στη χώρα. Από την άλλη πλευρά, για να μην έχει πρόβλημα με τη Βουλγαρία, ήταν διατεθειμένος να της παραχωρηθούν η Καβάλα, η Δράμα και η Χρυσούπολη.

Δύο μέρες αργότερα, έγινε νέο Συμβόλαιο του Στέμματος, για την εξέταση της στρατιωτικής πλευράς της επιχείρησης. Για άλλη μια φορά ο Ιωάννης Μεταξάς αντιτάχθηκε στο σχέδιο του Βενιζέλου και παραιτήθηκε. Επρόκειτο όμως για απειθαρχία, καθώς κανείς στρατιωτικός δεν μπορεί να επιβάλει την πολιτική που θα ακολουθήσει μια Κυβέρνηση.

Τόσο ο Στρέιτ, όσο και ο Μεταξάς, συμβούλευαν τον Κωνσταντίνο να μη δεχθεί την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Μετά το πρώτο Συμβούλιο του Στέμματος, ο Κωνσταντίνος βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Η βασίλισσα Σοφία, αδερφή του Κάιζερ, ζήτησε από τον Γερμανό αυτοκράτορα να δώσει διαβεβαιώσεις προς την ελληνική πλευρά που θα ενίσχυαν τη θέση του Κωνσταντίνου. Το ίδιο έκανε κι ο Κωνσταντίνος. Οι γερμανικές απαντήσεις ήρθαν στις 20 Φεβρουαρίου, αλλά ήταν ανεπαρκείς. Ο Κάιζερ υποσχόταν οικονομική βοήθεια μετά τον πόλεμο, εγγυόταν την κατοχή των νησιών του Αιγαίου από την Ελλάδα, εφόσον παρέμενε ουδέτερη, δεν έδινε όμως καμία εγγύηση για τα ελληνικά σύνορα σε περίπτωση επίθεσης από την Βουλγαρία, ούτε για τη Βόρειο Ήπειρο.

Το Συμβούλιο του Στέμματος, συγκλήθηκε, όπως αναφέραμε, στις 20 Φεβρουαρίου, σε τεταμένο κλίμα. Αυτή τη φορά όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί τάχθηκαν υπέρ της πρότασης Βενιζέλου. Όμως το σχέδιο του Κρητικού πολιτικού διέρρευσε και η Ρωσία εξέφρασε σφοδρές αντιδράσεις. Ο Ρώσος ΥΠΕΞ Sazonof ενημέρωσε τον πρεσβευτή του στην Αθήνα E.P. Demidov, ότι η Ρωσία δεν θα δεχόταν την είσοδο ελληνικών στρατευμάτων στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τις δυνάμεις της Entente. Ο Βενιζέλος που είχε ενημερώσει προφορικά τους πρεσβευτές της Entente για τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο, προεξοφλώντας τη θετική στάση του Βασιλια Κωνσταντίνου, τους διαβεβαίωσε ότι η Ελλάδα δεν είχε καμία βλέψη επί της Κωνσταντινούπολης και ότι τα ελληνικά στρατεύματα θα αποχωρούσαν, αφού χαιρετούσαν τον ναό της Αγίας Σοφίας. Η ρωσική αντίδραση είχε επηρεάσει το κλίμα στο Συμβούλιο του Στέμματος. Ο Βενιζέλος παίζοντας το τελευταίο του χαρτί, πρότεινε να σταλεί στην Καλλίπολη μόνο μια ελληνική Μεραρχία, κάτι που δεν έγινε δεκτό. Έτσι την επόμενη μέρα, 21 Φεβρουαρίου/6 Μαρτίου 1915, υπέβαλε την παραίτησή του στον Κωνσταντίνο.


Η εκστρατεία της Καλλίπολης

Για την εκστρατεία της Καλλίπολης έχουμε εξαιρετική βιβλιογραφία από ξένους συγγραφείς. Θα αναφερθούμε σ’ αυτή σε εκτενές άρθρο. Σήμερα, θα αναφερθούμε σε όσα σύντομα, αλλά περιεκτικά, γράφει ο Δρ. Ιωάννης Παπαφλωράτος στο δίτομο βιβλίο του «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού, (1833-1949)».

Η εκστρατεία των Αγγλογάλλων ξεκίνησε στις 19 Φεβρουαρίου 1915 με κανονιοβολισμό των τουρκικών θέσεων. Οι Γερμανοί όμως είχαν φροντίσει για την οργάνωση της άμυνας και την πόντιση ναρκών. Στις 19 Μαρτίου, οι Αγγλογάλλοι επιχείρησαν τέσσερα θωρηκτά τους να περάσουν τα στενά και έτσι να βρεθούν μεταξύ δύο πυρών τα τουρκικά πυροβολεία, ωστόσο υπέστησαν πανωλεθρία. Δύο θωρηκτά βούλιαξαν, ένα εγκαταλείφθηκε και το τέταρτο έπαθε σοβαρές ζημιές. Στις 25 Απριλίου 7 μεραρχίες από Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς (με επικεφαλής Βρετανούς αξιωματικούς) αποβιβάστηκαν σε πέντε σημεία της χερσονήσου της Καλλίπολης.

Εκεί τους περίμεναν έξι τουρκικές μεραρχίες υπό τον Εσάτ πασά, τον τελευταίο διοικητή των Ιωαννίνων και τον ικανότατο Γερμανό Στρατηγό Otto Liman von Sanders, που τους αποδεκάτισαν. Δύο συμμαχικά θωρηκτά βυθίστηκαν από το γερμανικό υποβρύχιο U-21 και ένα ακόμα, από τουρκικό αντιτορπιλικό, επανδρωμένο από Γερμανούς.



Οι Αυστραλιανές και Νεοζηλανδικές δυνάμεις, αποτελούσαν τα ANZAC (Australian and New Zealand Army Corps). Έλληνες, δεν μετείχαν στην εκστρατεία, ωστόσο μετείχαν 12 Ελληνοαυστραλοί: ο δεκανέας Τζακ Μαρκ, ο υποδεκανέας Τζον Ζαβιτσάνος και οι οπλίτες: Κώστας Αρώνης, Πέρσι Κουκουσάκης, Γιώργος Κρίτον, Ρόμπερτ Κρόκος, Λεωνίδας Μανούσον, Γιώργος Πάπας, Ρόι Ραλφ, Άθα Χάλκας, Αναστάσιος Ρεμπέα και ο 24χρονος μάγειρας Πίτερ Ράντος, που σκοτώθηκε στη διάρκεια των επιχειρήσεων. Στη Βρετανία ξέσπασε σάλος. Ο λόρδος επιτελάρχης John Arbuthnot Fisher παραιτήθηκε. Αν και ήταν φανερό ότι η εκστρατεία είχε αποτύχει, ο Τσόρτσιλ πίστευε ακόμα ότι η κατάσταση μπορούσε να σωθεί και ζήτησε ενισχύσεις. Πραγματικά, δύο ακόμα μεραρχίες έφτασαν στην περιοχή, αλλά οι Τούρκοι είχαν υπεροπλία και αμύνονταν επιτυχώς. Ο αρχηγός του εκστρατευτικού σώματος Αντιστράτηγος Σερ Ian Standish Monteith Hamilton, ζήτησε κι άλλες μεραρχίες που δεν του δόθηκαν, καθώς δεν μπορούσε να γίνει τίποτα για να αναστραφεί η κατάσταση. Η εκστρατεία της Καλλίπολης, διήρκησε 324 μέρες και ήταν μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες των ανδρών της Entente στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πανωλεθρία αυτή στοίχειωνε τον Τσόρτσιλ ως το τέλος της ζωής του…

Όσο για το τι θα γινόταν αν έπαιρναν μέρος και ελληνικά στρατεύματα στην εκστρατεία αυτή, οι απόψεις διίστανται. Ο Περικλής Σπυρόπουλος, γράφει ότι τυχόν συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία θα σήμαινε «τον ενταφιασμό του ελληνισμού». Αντίθετα, ο Αντιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, πίστευε ότι η συμμετοχή της Ελλάδας «θα εξασφάλιζε την επιτυχία της επιχειρήσεως, η οποία θα ανέτρεπε τον ρου του πολέμου». Πάντως, η διαφωνία Βασιλεως Κωνσταντίνου – Βενιζέλου, σήμαινε ουσιαστικά την αρχή του εθνικού διχασμού, που βέβαια «σιγόκαιγε» για καιρό…



Όσο για το αν ήταν σωστή ή λάθος η μη συμμετοχή της Ελλάδας, οι αναγνώστες μας μπορούν, νομίζουμε, να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Και ας μην ξεχνάμε και την εκστρατεία της Ουκρανίας (1919), με τα ολέθρια αποτελέσματα για τον ελληνισμό.

Πηγές:
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, τ.ΙΕ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ
Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833–1949)», Τόμος Ι, Εκδόσεις Σάκκουλα 2014 .Ευχαριστούμε θερμά τον Δρα Ιωάννη Παπαφλωράτο για την άδεια που μας παραχώρησε να αντλήσουμε στοιχεία από το έργο του.
Philip J. Haythornthwaite, «Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΠΟΛΗΣ», (1915), ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΚΟΒΟΣΤΗ ,2012, απ’ όπου προέρχονται και οι φωτογραφίες από την εκστρατεία της Καλλίπολης.

https://www.protothema.gr/stories/article/1133219/i-ekstrateia-tis-kallipolis-1915-itan-lathos-i-mi-summetohi-tis-elladas-s-auti/